Μπουγομήλα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μπουγομήλα | ||
γενική | της | Μπουγομήλας | ||
αιτιατική | την | Μπουγομήλα | ||
κλητική | Μπουγομήλα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μπουγομήλα < → δείτε τη λέξη Βουγομήλα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /bu.ɣoˈmi.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπου‐γο‐μή‐λα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μπουγομήλα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (παρωχημένο) χωριό της Φθιώτιδας, άλλη μορφή του Βουγομήλα[1]
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μπουγομήλα
→ δείτε τη λέξη Βουγομήλα |