Βιρμανία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βιρμανία | οι | Βιρμανίες |
γενική | της | Βιρμανίας | των | Βιρμανιών |
αιτιατική | τη | Βιρμανία | τις | Βιρμανίες |
κλητική | Βιρμανία | Βιρμανίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βιρμανία θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Βιρμανία στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βιρμανία
|