Βιλλιώτισσα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Βιλλιώτισσα < Βιλλιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /viˈʎo.ti.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βιλ‐λιώ‐τισ‐σα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βιλλιώτισσα θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → και δείτε τη λέξη Βίλλια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βιλλιώτισσα
→ δείτε τη λέξη Βιλιώτισσα |