Βηρύτιος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Βηρύτιος | οἱ | Βηρύτιοι | ||||
γενική | τοῦ | Βηρυτίου | τῶν | Βηρυτίων | ||||
δοτική | τῷ | Βηρυτίῳ | τοῖς | Βηρυτίοις | ||||
αιτιατική | τὸν | Βηρύτιον | τοὺς | Βηρυτίους | ||||
κλητική ὦ! | Βηρύτιε | Βηρύτιοι | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Βηρυτίω | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | Βηρυτίοιν | ||||||
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαΒηρύτιος αρσενικό (ελληνιστική κοινή)
- (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος της Βηρυτού (θηλυκό Βηρυτιάς)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒηρύτιος αρσενικό (ελληνιστική κοινή)
Αναφορές
επεξεργασία- Βηρύτιος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press