Βερύκιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βερύκιος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /veˈɾi.ci.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βε‐ρύ‐κι‐ος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒερύκιος αρσενικό (θηλυκό Βερύκιου)
Βερύκιος αρσενικό (θηλυκό Βερύκιου)