Βεντούρης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βεντούρης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /venˈdu.ɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βε‐ντού‐ρης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒεντούρης αρσενικό (θηλυκό Βεντούρη)
Δείτε επίσης : Βεντούδης, Βεντούλης |
Βεντούρης αρσενικό (θηλυκό Βεντούρη)