Βέργαδος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βέργαδος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈveɾ.ɣa.ðos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βέρ‐γα‐δος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒέργαδος αρσενικό (θηλυκό Βέργαδου)
Δείτε επίσης : Βεργαδής |
Βέργαδος αρσενικό (θηλυκό Βέργαδου)