Αννούδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αννούδα | οι | Αννούδες |
γενική | της | Αννούδας | — | |
αιτιατική | την | Αννούδα | τις | Αννούδες |
κλητική | Αννούδα | Αννούδες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aˈnu.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αν‐νού‐δα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑννούδα θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.