Ανατσελόπουλος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ανατσελόπουλος | οι | Ανατσελόπουλοι & Ανατσελοπουλαίοι1 |
γενική | του | Ανατσελόπουλου & Ανατσελοπούλου |
των | Ανατσελόπουλων2 & Ανατσελοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Ανατσελόπουλο | τους | Ανατσελόπουλους3 & Ανατσελοπουλαίους |
κλητική | Ανατσελόπουλε | Ανατσελόπουλοι & Ανατσελοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ανατσελοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ανατσελοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ανατσελόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ανατσελόπουλος αρσενικό (θηλυκό Ανατσελοπούλου)