Αναστασοβίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αναστασοβίτης | οι | Αναστασοβίτηδες |
γενική | του | Αναστασοβίτη* | των | Αναστασοβίτηδων |
αιτιατική | τον | Αναστασοβίτη | τους | Αναστασοβίτηδες |
κλητική | Αναστασοβίτη | Αναστασοβίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αναστασοβίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αναστασοβίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑναστασοβίτης αρσενικό (θηλυκό Αναστασοβίτη ή Αναστασοβίτου)