Αλημπατές
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Αλημπατές < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.li.baˈtes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐λη‐μπα‐τές
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑλημπατές αρσενικό (θηλυκό Αλημπατέ)
Αλημπατές αρσενικό (θηλυκό Αλημπατέ)