Αλεξανδρούδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αλεξανδρούδα | οι | Αλεξανδρούδες |
γενική | της | Αλεξανδρούδας | — | |
αιτιατική | την | Αλεξανδρούδα | τις | Αλεξανδρούδες |
κλητική | Αλεξανδρούδα | Αλεξανδρούδες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αλεξανδρούδα < Αλέξανδρ(ος) + -ούδα
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.le.ksanˈðɾu.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐λε‐ξαν‐δρού‐δα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑλεξανδρούδα θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Αλεξανδρούδα
|
Πηγές
επεξεργασία- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.