Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ακράτα οι Ακράτες
      γενική της Ακράτας
    αιτιατική την Ακράτα τις Ακράτες
     κλητική Ακράτα Ακράτες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ακράτα < λείπει η ετυμολογία
Από την έκφραση των Φράγκων "à Krath", δηλαδή στον Κράθι ποταμό.

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ακράτα θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία