Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αθανασουλόπουλος οι Αθανασουλόπουλοι
Αθανασουλοπουλαίοι1
      γενική του Αθανασουλόπουλου
Αθανασουλοπούλου
των Αθανασουλόπουλων2
Αθανασουλοπουλαίων
    αιτιατική τον Αθανασουλόπουλο τους Αθανασουλόπουλους3
Αθανασουλοπουλαίους
     κλητική Αθανασουλόπουλε Αθανασουλόπουλοι
Αθανασουλοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Αθανασουλοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Αθανασουλοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αθανασουλόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αθανασουλόπουλος αρσενικό (θηλυκό Αθανασουλοπούλου)

Μεταγραφές επεξεργασία