Αδελφίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αδελφίδης | οι | Αδελφίδηδες |
γενική | του | Αδελφίδη* | των | Αδελφίδηδων |
αιτιατική | τον | Αδελφίδη | τους | Αδελφίδηδες |
κλητική | Αδελφίδη | Αδελφίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αδελφίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αδελφίδης < + -ίδης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑδελφίδης αρσενικό (θηλυκό Αδελφίδου ή Αδελφίδη)