Αβδελίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αβδελίδης | οι | Αβδελίδηδες |
γενική | του | Αβδελίδη* | των | Αβδελίδηδων |
αιτιατική | τον | Αβδελίδη | τους | Αβδελίδηδες |
κλητική | Αβδελίδη | Αβδελίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αβδελίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αβδελίδης < + -ίδης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑβδελίδης αρσενικό (θηλυκό Αβδελίδου ή Αβδελίδη)