παραθετικά
θετικός stupid
συγκριτικός stupider / more stupid
υπερθετικός stupidest / most stupid

  Επίθετο

επεξεργασία

stupid (en)



  Επίθετο

επεξεργασία

stupid (ro)

  1. χαζός, βλάκας, ανόητος

  Επίρρημα

επεξεργασία

stupid (ro)

  1. χαζά, βλακωδώς, ανόητα