Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
praise
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
praise
praises
praise
(en)
ο
ύμνος
Ρήμα
επεξεργασία
ενεστώτας
praise
γ΄
ενικό
ενεστώτα
praises
αόριστος
praised
παθητική μετοχή
praised
ενεργητική
μετοχή
praising
praise
(en)
επαινώ
,
εγκωμιάζω
,
παινεύω
⮡
He
praised
the hard work of his employees.
Επαινεί
την εργατικότητα των υπαλλήλων του.
≈
συνώνυμα
:
applaud
εξυμνώ
,
υμνώ
δοξάζω