pondus
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- pondus < pendo
Ουσιαστικό επεξεργασία
pondus ουδέτερο
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pondus | ponderă |
γενική | ponderis | ponderum |
δοτική | ponderī | ponderĭbus |
αιτιατική | pondus | ponderă |
κλητική | pondus | ponderă |
αφαιρετική | pondere | ponderĭbus |