• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

parier

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
      • 1.2.1 Ομώνυμα / Ομόηχα
    • 1.3 Ρήμα
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

parier < soi pairier (συγκρίνομαι, συναγωνίζομαι) < λατινική °pariare < par (ίσος)

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /pa.ʁje/
  (βοήθεια·αρχείο)

Ομώνυμα / ΟμόηχαΕπεξεργασία

  • pariez (του ρήματος parer)

  ΡήμαΕπεξεργασία

parier (fr)

  1. (παρωχημένο) ζευγαρώνω, ταιριάζω
  2. στοιχηματίζω, βάζω στοίχημα


Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • pari (2)
  • pariade (1)
  • parieur (2)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=parier&oldid=5584006"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Αυγούστου 2022, στις 16:13

Γλώσσες

    • Čeština
    • Dansk
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Occitan
    • Polski
    • Русский
    • Svenska
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Αυγούστου 2022, στις 16:13.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie