papaver
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- papaver < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *péh₂wr̥ (φωτιά)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαpapaver (la) ουδέτερο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- papaver - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.