Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
osiągalny
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Πολωνικά (pl)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Κλίση
1.2.2
Συγγενικά
Πολωνικά
(pl)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
osiągalny
<
osiągać
/
osiągnąć
Επίθετο
επεξεργασία
osiągalny
(pl)
εφικτός
Κλίση
επεξεργασία
Κλίση του επιθέτου
osiągalny
στα πολωνικά
αριθμός
πτώση
αρσενικό
έμψυχο
αρσενικό
άψυχο
θηλυκό
ουδέτερο
ενικός
ονομαστική
osiągaln
y
osiągaln
a
osiągaln
e
γενική
osiągaln
ego
osiągaln
ej
osiągaln
ego
δοτική
osiągaln
emu
osiągaln
emu
αιτιατική
osiągaln
ego
osiągaln
y
osiągaln
ą
osiągaln
e
οργανική
osiągaln
ym
osiągaln
ym
τοπική
osiągaln
ej
κλητική
osiągaln
y
osiągaln
a
osiągaln
e
πληθυντικός
ονομαστική
osiągaln
i
osiągaln
e
γενική
osiągaln
ych
δοτική
osiągaln
ym
αιτιατική
osiągaln
ych
osiągaln
e
οργανική
osiągaln
ymi
τοπική
osiągaln
ych
κλητική
osiągaln
i
osiągaln
e
Συγγενικά
επεξεργασία
osiąganie
osiągnięcie