no
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
Προφορά Επεξεργασία
Προσδιοριστής Επεξεργασία
no (en)
- κανείς
- μην το κάνεις, απαγορεύεται να το κάνεις
- ↪ No smoking - Μην καπνίζετε/Απαγορεύεται το κάπνισμα
- κανείς
Μόριο Επεξεργασία
no (en)
Συνώνυμα Επεξεργασία
Αντώνυμα Επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη yes
Επεξεργασία
Πηγές Επεξεργασία
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 411. ISBN 9780194325684., λήμμα: κανείς
Εσπεράντο (eo) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
Ουσιαστικό Επεξεργασία
no (eo)
Ιντερλίνγκουα (ia) Επεξεργασία
Επίρρημα Επεξεργασία
no (ia)
Ισπανικά (es) Επεξεργασία
Επίρρημα Επεξεργασία
no (et)
Ιταλικά (it) Επεξεργασία
Προφορά Επεξεργασία
Επίρρημα Επεξεργασία
no (it)
Λατινικά (la) Επεξεργασία
Ρήμα Επεξεργασία
no (la) nāre, nāvī, —
Πολωνικά (pl) Επεξεργασία
Προφορά Επεξεργασία
Μόριο Επεξεργασία
no (pl)
- (δηλώνει συγκατάβαση) (ναι, άντε)
Πορτογαλικά (pt) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
Συγχώνευση Επεξεργασία
no (pt)
Σλοβακικά (sk) Επεξεργασία
Επίρρημα Επεξεργασία
no (sk)