Ουσιαστικό

επεξεργασία

missus (en)

Άλλες μορφές

επεξεργασία



missus (la), -a, -um

  Επίθετο

επεξεργασία

missus (la), -a, -um

ενικός πληθυντικός
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική missus missa missum missī missae missa
γενική missī missae missī missōrum missārum missōrum
δοτική missō missae missō missīs missīs missīs
αιτιατική missum missam missum missōs missās missa
κλητική misse missa missum missī missae missa
αφαιρετική missō missā missō missīs missīs missīs
(Επίθετα) (Μετοχές) (Αντωνυμίες) (Γερουνδιακά)