• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

igreja

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Πορτογαλικά (pt)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό

Πορτογαλικά (pt)

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
igreja igrejas

Ετυμολογία

επεξεργασία
igreja < (κληρονομημένο) παλαιά πορτογαλική ygreja < λατινική ecclesia < αρχαία ελληνική ἐκκλησία < ἐκ + καλέω

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /iˈɣɾɐ.ʒɐ/ και /iˈɣɾɐj.ʒɐ/ (Πορτογαλία)
ΔΦΑ : /iˈɡɾe.ʒɐ/ (Βραζιλία)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

igreja (pt) θηλυκό

  1. (χριστιανισμός) η εκκλησία, ο ναός
  2. (χριστιανισμός) εκκλησία, το σύνολο των πιστών ενός δόγματος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=igreja&oldid=7009582"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Ιανουαρίου 2025, στις 12:14

Γλώσσες

    • Afrikaans
    • Asturianu
    • বাংলা
    • Čeština
    • Dansk
    • Deutsch
    • English
    • Español
    • Eesti
    • Euskara
    • Suomi
    • Na Vosa Vakaviti
    • Français
    • Galego
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Bahasa Indonesia
    • Ido
    • 日本語
    • Kurdî
    • Кыргызча
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Occitan
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Sängö
    • Gagana Samoa
    • Svenska
    • Тоҷикӣ
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Ιανουαρίου 2025, στις 12:14. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας