faux
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | faux | faux |
θηλυκό | fausse | fausses |
faux (fr)
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
faux | faux |
faux (fr) θηλυκό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | faux | faux |
θηλυκό | fausse | fausses |
faux (fr)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
faux | faux |
faux (fr) θηλυκό