come up to
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | come up to |
γ΄ ενικό ενεστώτα | comes up to |
αόριστος | came up to |
παθητική μετοχή | come up to |
ενεργητική μετοχή | coming up to |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαcome up to (en)
- έρχομαι ως, πλησιάζω ως, φτάνω μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο
- ανταποκρίνομαι
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- come up to - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 337. ISBN 9780194325684., λήμμα: έρχομαι