• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

canna

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Λατινικά (la)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Κλίση

Λατινικά (la)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
canna < αρχαία ελληνικά κάννα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

canna θηλυκό

  1. μικρό και λεπτό καλάμι
  2. (συνεκδοχικά) (οτιδήποτε έχει το σχήμα ή φτιάχνεται από καλάμι) σωλήνας, αυλός

Κλίση

επεξεργασία
αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική canna cannae
γενική cannae cannārum
δοτική cannae cannīs
αιτιατική cannam cannās
κλητική canna cannae
αφαιρετική cannā cannīs
(α' κλίση)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=canna&oldid=3780285"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Μαΐου 2017, στις 18:49

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • Català
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Gàidhlig
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 한국어
    • Kurdî
    • Malagasy
    • မြန်မာဘာသာ
    • Nederlands
    • Polski
    • Română
    • Русский
    • Sängö
    • தமிழ்
    • Türkçe
    • اردو
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Μαΐου 2017, στις 18:49.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας