arrive
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | arrive |
γ΄ ενικό ενεστώτα | arrives |
αόριστος | arrived |
παθητική μετοχή | arrived |
ενεργητική μετοχή | arriving |
ενεστώτας | arrive |
γ΄ ενικό ενεστώτα | arrives |
αόριστος | arrived |
παθητική μετοχή | arrived |
ενεργητική μετοχή | arriving |