Silbe
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | die | Silbe | die | Silben |
γενική | der | Silbe | der | Silben |
δοτική | der | Silbe | den | Silben |
αιτιατική | die | Silbe | die | Silben |
Silbe (de) θηλυκό
- η συλλαβή
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Silbe < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Silbe αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]