• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Nahrung

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Γερμανικά (de)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική die Nahrung die Nahrungen
γενική der Nahrung der Nahrungen
δοτική der Nahrung den Nahrungen
αιτιατική die Nahrung die Nahrungen

Προφορά

επεξεργασία
ⓘ  (βοήθεια·αρχείο)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

Nahrung (de) θηλυκό

  • το φαγητό, η τροφή
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Nahrung&oldid=5650596"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Ιανουαρίου 2023, στις 16:49

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • Brezhoneg
    • Català
    • Čeština
    • Cymraeg
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Eesti
    • Suomi
    • Na Vosa Vakaviti
    • Français
    • Magyar
    • Bahasa Indonesia
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 한국어
    • Kurdî
    • Nederlands
    • Polski
    • Русский
    • Sängö
    • Slovenčina
    • Gagana Samoa
    • Svenska
    • Tagalog
    • Türkçe
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Ιανουαρίου 2023, στις 16:49.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας