Finger
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Finger | die | Finger |
γενική | des | Fingers | der | Finger |
δοτική | dem | Finger | den | Fingern |
αιτιατική | den | Finger | die | Finger |
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαFinger (de) αρσενικό
Κύριο όνομα
επεξεργασίαFinger αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Finger < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαFinger αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]