↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική die Feige die Feigen
γενική der Feige der Feigen
δοτική der Feige den Feigen
αιτιατική die Feige die Feigen

  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Feige (de) θηλυκό

  1. η συκιά (το δέντρο)
  2. (φρούτο) το σύκο


  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Feige αρσενικό ή θηλυκό

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]