Ετυμολογία

επεξεργασία
Alpes < λατινική Alpes

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /alp/
 

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Alpes (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

επεξεργασία



  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Alpes (es)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Alpes < albus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂élbʰos (*álbʰos, *albʰós) (λευκός)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Alpes (la) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Αλλόγλωσσα παράγωγα

επεξεργασία
αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική
-
Alpēs
γενική
-
Alpium
δοτική
-
Alpibus
αιτιατική
-
Alpēs/Alpīs
κλητική
-
Alpēs
αφαιρετική
-
Alpibus
(γ' κλίση)
ενίοτε απαντά και ενικός Alpis



  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Alpes (pt)