• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ἐπιγονάτιον

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ ἐπιγονάτιον τὰ ἐπιγονάτιᾰ
      γενική τοῦ ἐπιγονατίου τῶν ἐπιγονατίων
      δοτική τῷ ἐπιγονατίῳ τοῖς ἐπιγονατίοις
    αιτιατική τὸ ἐπιγονάτιον τὰ ἐπιγονάτιᾰ
     κλητική ὦ! ἐπιγονάτιον ἐπιγονάτιᾰ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἐπιγονατίω
γεν-δοτ τοῖν  ἐπιγονατίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἐπιγονάτιον < ἐπί + (ελληνιστική κοινή) γονάτιον < αρχαία ελληνική γόνυ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *ǵónu

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἐπιγονάτιον ουδέτερο

  • (θρησκεία) επιγονάτιο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ἐπιγονάτιον&oldid=5265342"
Τελευταία επεξεργασία στις 24 Σεπτεμβρίου 2021, στις 00:34

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 24 Σεπτεμβρίου 2021, στις 00:34.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας