Ἀγχίσης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἀγχίσης | οἱ | Ἀγχῖσαι |
γενική | τοῦ | Ἀγχίσου & Ἀγχίσαο (επικός) |
τῶν | Ἀγχισῶν |
δοτική | τῷ | Ἀγχίσῃ | τοῖς | Ἀγχίσαις |
αιτιατική | τὸν | Ἀγχίσην & Ἀγχίσᾱν (δωρικός) |
τοὺς | Ἀγχίσᾱς |
κλητική ὦ! | Ἀγχίση | Ἀγχῖσαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἀγχίσᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἀγχίσαιν | ||
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό. Συνήθως στον ενικό. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Ἀτρείδης' όπως «Ἀτρείδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἀγχίσης < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἈγχίσης [ ῑ ] αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Αγχίσης στη Βικιπαίδεια
Πηγές
επεξεργασία- Ἀγχίσης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.