Δείτε επίσης: Ἀγαυή
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀγαύη αἱ Ἀγαῦαι
      γενική τῆς Ἀγαύης τῶν Ἀγαυῶν
      δοτική τῇ Ἀγαύ ταῖς Ἀγαύαις
    αιτιατική τὴν Ἀγαύην τὰς Ἀγαύᾱς
     κλητική ! Ἀγαύη Ἀγαῦαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀγαύ
γεν-δοτ τοῖν  Ἀγαύαιν
Κανονικά στον ενικό.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀγαύη < ἀγαυός (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Κύριο όνομα

επεξεργασία
Ἀγαύη θηλυκό ενικός
  1. γυναικείο όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία) μία από τις Νηρηίδες
    για άλλα πρόσωπα της μυθολογίας  δείτε τη μορφή Ἀγαυή

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία