ἀντιδικία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | ἀντιδικίᾱ | αἱ | ἀντιδικίαι |
γενική | τῆς | ἀντιδικίᾱς | τῶν | ἀντιδικιῶν |
δοτική | τῇ | ἀντιδικίᾳ | ταῖς | ἀντιδικίαις |
αιτιατική | τὴν | ἀντιδικίᾱν | τὰς | ἀντιδικίᾱς |
κλητική ὦ! | ἀντιδικίᾱ | ἀντιδικίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἀντιδικίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἀντιδικίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαἀντιδικία
- η διαμάχη μεταξύ ανθρώπων
Πηγές
επεξεργασία- ἀντιδικία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.