ἀνενοχλησία
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀνενοχλησία < ελληνιστική κοινή ἀνενοχλησία < αρχαία ελληνική ἐνοχλέω
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἀνενοχλησία θηλυκό
- ανενοχλησία
- ※ Ἐπεὶ καὶ ὁ παρὼν οὗτος χρυσόβουλλος τῆς βασιλείας μου εἰς τὴν περὶ τούτου ἀνενοχλησίαν καὶ δεφένδευσιν καὶ ἀσφάλειαν ἐπεχορηγήθη καὶ ἐπεβραβεύθη τῇ τοιαύτῃ σεβασμίᾳ μονῇ τῆς ὑπεραγίας δεσποίνης Θεοτόκου τῆς Ἐλεούσης καὶ ἐπικεκλημένῃ τῆς Λυκουσάδας.
- (Χρυσόβουλο (1332) του Ανδρονίκου Γʹ Παλαιολόγου για τη μονή της Λυκουσάδας, 54–60. Antonio Carile, Guglielmo Cavallo, «Το ανέκδοτο χρυσόβουλο του Ανδρονίκου Γʹ Παλαιολόγου για τη μονή της Λυκουσάδας (1332;)», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, 15 (1989) 52)
- ※ Ἐπεὶ καὶ ὁ παρὼν οὗτος χρυσόβουλλος τῆς βασιλείας μου εἰς τὴν περὶ τούτου ἀνενοχλησίαν καὶ δεφένδευσιν καὶ ἀσφάλειαν ἐπεχορηγήθη καὶ ἐπεβραβεύθη τῇ τοιαύτῃ σεβασμίᾳ μονῇ τῆς ὑπεραγίας δεσποίνης Θεοτόκου τῆς Ἐλεούσης καὶ ἐπικεκλημένῃ τῆς Λυκουσάδας.
Πηγές
επεξεργασία- ἀνενοχλησία - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- ἀνενοχλησία - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- ἀνενοχλησία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.