Ετυμολογία

επεξεργασία
Այվազյան < ανδρικό όνομα Այվազ (Ayvaz, Αϊβάζ), αλλά και από επάγγελμα, από την οθωμανική τουρκική عیواض (ayvaz, μάγειρας που υπηρετεί σε σπίτι) [πρβ. τουρκική γλώσσα ayvaz] + -յան (-yan, -ιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɑjvɑzˈjɑn/
ΔΦΑ : /ɑjvɑzˈjɑn/ (δυτική αρμενική)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Այվազյան (hy) (Ayvazyan) αρσενικό ή θηλυκό

Απόγονοι

επεξεργασία

Այվազյան (αρμενικά)

νέα ελληνικά: Αϊβαζιάν
αγγλικά: Ayvazyan, Ayvazian, Aivazian
γαλλικά: Ayvazyan, Ayvazian, Aivazian
γερμανικά: Ayvazyan, Ajvazjan
γεωργιανά: აივაზიანი (aivaziani)
εσθονικά: Aivazjan
ισπανικά: Ayvazyan, Ayvazian, Aivazian
περσικά: آیوازیان
πορτογαλικά: Ayvazian
ρωσικά: Айвазян (Ajvazján)
σουηδικά: Ayvazian