Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χιπχοπάς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
χιπχοπ
άς
οι
χιπχοπ
άδες
γενική
του
χιπχοπ
ά
των
χιπχοπ
άδων
αιτιατική
τον
χιπχοπ
ά
τους
χιπχοπ
άδες
κλητική
χιπχοπ
ά
χιπχοπ
άδες
Κατηγορία
όπως «
ψαράς
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χιπχοπάς
<
χιπ χοπ
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χιπχοπάς
αρσενικό
οπαδός, ακροατής ή μουσικός του
χιπ χοπ