Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χαράκτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
χαράκτρι
α
οι
χαράκτρι
ες
γενική
της
χαράκτρι
ας
των
χαρακτρι
ών
αιτιατική
τη
χαράκτρι
α
τις
χαράκτρι
ες
κλητική
χαράκτρι
α
χαράκτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χαράκτρια
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χαράκτρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
) →
δείτε
τη λέξη
χαράκτης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χαράκτρια
γαλλικά
:
graveuse
(fr)