χαζομπαμπάς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαζομπαμπάς αρσενικό
- οικείος χαρακτηρισμός προσώπου που συμπεριφέρεται με παιδιάστικο ενθουσιασμό για το παιδί του, συνήθως όταν γίνεται για πρώτη φορά μπαμπάς
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαζομπαμπάς
|