Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φόνισσα οι φόνισσες
      γενική της φόνισσας των φονισσών
    αιτιατική τη φόνισσα τις φόνισσες
     κλητική φόνισσα φόνισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φόνισσα < φονιάς + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φόνισσα θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία