φραγκολεβαντίνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φραγκολεβαντίνα < φραγκολεβαντίνος + κατάληξη θηλυκού -ίνα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφραγκολεβαντίνα και φραγκολεβαντίνη θηλυκό
- γυναίκα ευρωπαϊκής καταγωγής που ζει σε κάποια χώρα της Εγγύς Ανατολής
Μεταφράσεις
επεξεργασία φραγκολεβαντίνα
|