Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπεράλγεβρα οι υπεράλγεβρες
      γενική της υπεράλγεβρας των (υπεραλγεβρών)
    αιτιατική την υπεράλγεβρα τις υπεράλγεβρες
     κλητική υπεράλγεβρα υπεράλγεβρες
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

υπεράλγεβρα < υπερ- + άλγεβρα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

υπεράλγεβρα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία