Δείτε επίσης: υδροχλώριο
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υδροχλωρίδιο τα υδροχλωρίδια
      γενική του υδροχλωρίδιου
& υδροχλωριδίου
των υδροχλωρίδιων
& υδροχλωριδίων
    αιτιατική το υδροχλωρίδιο τα υδροχλωρίδια
     κλητική υδροχλωρίδιο υδροχλωρίδια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

υδροχλωρίδιο ουδέτερο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία