Δείτε επίσης: τυχών

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τυχόν < → δείτε τη λέξη τυχών

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tiˈxon/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τυ‐χόν
ομόηχο: τυχών

  Επίρρημα

επεξεργασία

τυχόν

  1. για την έκφραση:
    1. μικρής πιθανότητας
      ⮡  Εάν τυχόν έχετε οποιοδήποτε πρόβλημα, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μου. (αν τύχει και)
      ⮡  Πάντα σημειώνω τις οδηγίες που μου δίνουν οι άλλοι, μην τυχόν και τις ξεχάσω. (γιατί μπορεί να τις ξεχάσω, και θέλω να αποφύγω αυτό)
    2. (σε ερωτήσεις) ευγενείας
      ⮡  Μήπως τυχόν επιθυμείς κάτι διαφορετικό;
       συνώνυμα: ίσως
  2. (επιθετικοποιημένο) που ίσως συνέβη προηγουμένως ή πρόκειται να συμβεί
    ⮡  Αποχώρηση από την τοποθεσία; Τυχόν αλλαγές που κάνατε ενδέχεται να μην αποθηκευτούν.

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • μην τυχόν (και): αλίμονο αν, μην τύχει και

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής

επεξεργασία

τυχόν

  Κλιτικός τύπος μετοχής

επεξεργασία

τυχόν



  Κλιτικός τύπος μετοχής

επεξεργασία

τυχόν