↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τηλεσκηνοθέτης οι τηλεσκηνοθέτες
      γενική του τηλεσκηνοθέτη των τηλεσκηνοθετών
    αιτιατική τον τηλεσκηνοθέτη τους τηλεσκηνοθέτες
     κλητική τηλεσκηνοθέτη τηλεσκηνοθέτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τηλεσκηνοθέτης < τηλε- + σκηνοθέτης

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τηλεσκηνοθέτης αρσενικό

  • (επάγγελμα) το άτομο που επιλέγει και εναλλάσσει τα πλάνα που προβάλλονται σε τηλεοπτικά προγράμματα και εκπομπές

  Μεταφράσεις

επεξεργασία