ταχύτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίακαθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | ταχύτης | αἱ | ταχύτητες | ||||
γενική | τῆς | ταχύτητος | τῶν | ταχυτήτων | ||||
δοτική | τῇ | ταχύτητι | ταῖς | ταχύτησι(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | ταχύτητα | τὰς | ταχύτητας | ||||
κλητική ὦ! | ταχύτης | ταχύτητες | ||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαταχύτης < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ταχυτής με μετακίνηση τόνου → και δείτε τη λέξη ταχύτητα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαταχύτης, -ητος θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .